25 Ιανουαρίου 2013

Η ηθική και πολιτική φιλοσοφία του Ντερριντά

Το συνέδριο ξεκίνησε κάπως έτσι:   Ομιλητής Θανάσης Λάγιος, 25/1/2013.
Θέλω να αφιερώσω την ομιλία σε αυτούς τους απεργούς, που, σήμερα, ξημερώματα, είδαν φάσματα με ρόπαλα και κράνη να εξαρθρώνουν το δικό τους χρόνο. Ξέρω ότι η απεργία δυσκόλεψε το συνέδριο, αλλά δεν ξέρω πώς το συνέδριο βοήθησε την απεργία τους.ι: 
Τι καλύτερο ξεκίνημα για να μας εισάγει στη φιλοσοφική σκέψη του Ντεριντά;

Στην ηθική και πολιτική σκέψη του Ζακ Ντεριντά είναι αφιερωμένο το συνέδριο που οργανώνουν ο  Τομέας Φιλοσοφίας του Τμήματος ΦΠΨ του Πανεπιστημίου Αθηνών, σε συνεργασία με το Γαλλικό Ινστιτούτο από την Πέμπτη 24 Ιανουαρίου  έως το Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013. Το συνέδριο καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεματικών που άπτονται της ηθικής και πολιτικής φιλοσοφίας του Ντερριντά όπως δημοκρατία, δίκαιο, φιλοξενία, δώρο, συγχώρεση, δικαιοσύνη, απόφαση, ευθύνη, ηθική και ζώα κ.λπ. Το συνέδριο πραγματοποιείται στο κεντρικό κτίριο του Πανεπιστημίου Αθηνών στα Προπύλαια (Πέμπτη 15.00-21.00, Παρασκευή 9.30-17.00, Σάββατο 9.30-21.00). Στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών θα πραγματοποιηθούν οι δύο στρογγυλές τράπεζες του συνεδρίου, με θέμα «Σκεπτόμενοι την κρίση μέσω του Ζακ Ντερριντά» (Παρασκευή 18.00-22.00). Αναλυτικά το πρόγραμμα: http://www.ppp.uoa.gr
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Ανέκδοτο πορτραίτο του Ζακ Ντερριντά (λεπτομέρεια), 1998, έργο των Μονίκ Στομπιενιά και Τιερύ Μπριώ.
Ανέκδοτο πορτραίτο του Ζακ Ντερριντά (λεπτομέρεια), 1998, έργο των Μονίκ Στομπιενιά και Τιερύ Μπριώ.
Η ομιλία «Από το δίκαιο στη δικαιοσύνη («Du droit à la justice»), στην Cardozo Law School της Νέας Υόρκης τo 1989, σηματοδότησε την αφετηρία μιας περισσότερο ρητής ενασχόλησης του Ζακ Ντερριντά με ηθικά και πολιτικά ζητήματα. Μέχρι τότε, η κυριότερη ίσως κριτική που απευθυνόταν στην αποδόμηση ήταν ότι αποτελούσε μορφή ενός βάναυσου μηδενιστικού κειμενικού ελεύθερου παιχνιδιού, το οποίο απειλούσε να υποσκάψει ανεπανόρθωτα τον ορθολογισμό, τη γνώση, την ηθική, τα δυτικά αξιολογικά συστήματα, συμπεριλαμβανομένων και των δημοκρατικών αξιών εν γένει. Στο συγκεκριμένο κείμενο, ο Ντερριντά προβαίνει σε έναν διαχωρισμό ανάμεσα στη δικαιοσύνη και το δίκαιο ή τον νόμο. Οι νόμοι (π.χ. οι νόμοι του κράτους) είναι ιστορικά θεσμοθετημένοι, αποτελούν δηλαδή ιστορικές κατασκευές που ως τέτοιες υπόκεινται σε αλλαγή, βελτίωση ή και κατάργηση.

Με άλλα λόγια, οι νόμοι είναι αποδομήσιμοι. Όχι όμως η δικαιοσύνη. Διότι η δικαιοσύνη είναι αυτή που αποδομεί τον νόμο ή δυνάμει της οποίας ο νόμος μπορεί να αποδομηθεί. Όταν ζητάμε την κατάργηση ενός νόμου επειδή τον θεωρούμε άδικο, αυτό το κάνουμε στο όνομα της δικαιοσύνης. Μιας δικαιοσύνης η οποία, όμως, είναι εσαεί υπό έλευση διότι, ενάντια σε διάφορες πολιτικές θεολογίες, δεν μπορεί ποτέ να συμπέσει με τους εκάστοτε νόμους. Με τον ίδιο τρόπο που η ιδέα της «ελευσόμενης δημοκρατίας» («démocratie à venir») στη μορφή της άπειρης χειραφετικής υπόσχεσης δεν μπορεί παρά να αντιδιαστέλλεται εσαεί από τις καθορισμένες, αναγκαίες, αλλά αναγκαστικά ασύμφωνες προς αυτή μορφές δημοκρατίας (συμπεριλαμβανομένων της τωρινής έννοιας και των καθορισμένων σήμερα κατηγορημάτων της), που οφείλουν να αναμετρηθούν με αυτήν την υπόσχεση (Φαντάσματα του Μαρξ, 1993).
Σε συνέχεια της ενασχόλησής του με την έννοια της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας, ο Ντερριντά ενεπλάκη κριτικά με έννοιες όπως φιλία, δώρο, φιλοξενία, κοσμοπολιτισμός, κυριαρχία, μαρτυρία ή συγχώρηση, έννοιες τις οποίες συνήθιζε να ανασύρει από το πεδίο που περιέγραφε ως ευρωπαϊκή ή ελληνο-ρωμαιο-αβραμιαία «κληρονομιά», προκειμένου να αναφερθεί κριτικά σε συγκεκριμένα πολιτικοκοινωνικά πλαίσια. Μέσω μιας ανάλυσης που ήταν ταυτόχρονα ιστορική, εννοιολογική και διερευνητική των πλαισίων συγκρότησης της υπό εξέτασης έννοιας, ο Ντερριντά απέβλεπε στην εξαγωγή της λογικής δομής της έννοιας, πράγμα που συνήθως τον έφερνε αντιμέτωπο με «μη αποφασίσιμες δυαδικότητες» ή, πιο απλά, με μια αντιφατική διπλή προσταγή. Παραδείγματος χάριν, στο Περί φιλοξενίας (1997), η συγγραφή του οποίου υποκινείται από την αυξανόμενη εχθρότητα των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων προς τους μετανάστες, ο Ντερριντά δείχνει ότι η λογική της έννοιας της φιλοξενίας διέπεται από μια αντινομία. Αφενός, η «αληθινή», «απόλυτη» φιλοξενία επιτάσσει την άνευ όρων δεξίωση του άλλου, όποιος κι αν είναι αυτός, δηλαδή την παροχή φιλοξενίας στον ξένο χωρίς προϋποθέσεις, περιορισμούς και ανταλλάγματα. Αφετέρου, υπάρχουν οι «υπό προϋποθέσεις» νόμοι της φιλοξενίας, οι οποίοι, ενώ θεσπίζουν ένα δικαίωμα και ένα καθήκον στη φιλοξενία, ταυτόχρονα θέτουν όρους (πολιτικούς, δικαιικούς, ηθικούς), επιτάσσοντας ότι αυτό το δικαίωμα πρέπει να δίνεται με προϋποθέσεις, όπως ότι πρέπει να υπάρχει κάποιος περιορισμός στο δικαίωμα εισόδου και διαμονής του ξένου.
Αν και οι δύο έννοιες της φιλοξενίας είναι ετερογενείς, μη αναγώγιμες η μία στην άλλη, ταυτόχρονα ανακαλούν η μια την άλλη. Αυτό διότι, αφενός, η πολιτική ή ηθική δράση χρειάζεται να σχετίζεται με μια στιγμή απροϋπόθετης ή άπειρης ευθύνης, προκειμένου να μην αναχθεί στις απαιτήσεις της στιγμής, δηλαδή πρέπει να βασίζεται σε μια υπερβατική αρχή επέκεινα των πραγματιστικών απαιτήσεων του συγκεκριμένου ιστορικο-κοινωνικο-πολιτικού πλαισίου. Αφετέρου, χωρίς τους υπό προϋποθέσεις νόμους ενός δικαιώματος και ενός καθήκοντος στη φιλοξενία, ο νόμος της απροϋπόθετης φιλοξενίας θα κινδύνευε να παραμείνει αναποτελεσματικός, ευσεβής πόθος, ουτοπία. Αυτή η ασυμμετρία μεταξύ της απροϋπόθετης και της υπό όρους φιλοξενίας διατηρεί τη φιλοξενία ως ένα διαρκές διακύβευμα, αφού κάθε συγκεκριμένο συμβάν δεξίωσης του άλλου δεν μπορεί παρά να υπολείπεται των απαιτήσεων του απροϋπόθετου νόμου της απεριόριστης φιλοξενίας. Η θέση που αναδύεται στο Περί φιλοξενίας και αντηχεί με αυξανόμενη δύναμη στο έργο των τελευταίων ετών του Ντερριντά πριν τον θάνατό του είναι ότι η υπεύθυνη πολιτικο-ηθική δράση και απόφαση συνίσταται στην αναγκαιότητα μιας αδιάλειπτης διαπραγμάτευσης ανάμεσα σε αυτές τις δύο ετερογενείς απαιτήσεις.