27 Απριλίου 2017

Πέρνα πάνω από τη μπάρα / ή γιατί το νέο σύστημα για τα ΜΜΜ πρέπει να βρει την αντίδρασή μας


Από την αρχή του χρόνου δεν γίνεται κανείς να μην έχει προσέξει μια όχι και τόσο διακριτική αλλαγή στους σταθμούς τρένων στην Αθήνα. Στην αρχή στον ηλεκτρικό και σιγά σιγά και στις γραμμές του μετρό έχουν τοποθετηθεί κάτι τεράστια ντουβάρια τα οποία όπως μας λένε είναι «μπάρες ασφάλειας ενάντια στους λαθρεπιβάτες». Με λίγα λόγια όποιος δεν έχει ή έχει τόσα λίγα χρήματα που επιλέγει να τα διαθέσει σε κάποια άλλη πρωτεύουσα ανάγκη τότε ατύχησε καθώς πια δεν θα έχει να αντιμετωπίσει τους ελεγκτές (πολλοί τους λένε και κεφαλοκυνηγούς -πραγματικά αναρωτιόμαστε γιατί), αλλά ένα σύστημα «ασφάλειας» και επί της ουσίας ελέγχου το οποίο είναι μάλιστα από τα πιο σκληρά στην Ευρώπη. Πάμε όμως να δούμε τι στόχευση έχει αυτή η αλλαγή αλλά και τι αποτελέσματα θα φέρει.


Καταρχάς η απαγόρευση εισόδου στα ΜΜΜ πλήττει με άμεσο τρόπο ένα σημαντικό κομμάτι των Αθηναίων που με την μνημονιακή επίθεση ζουν μέσα στην ανέχεια. Η αύξηση των ανθρώπων που χρησιμοποιούν ΜΜΜ και η μείωση των αυτοκινήτων που κυκλοφορούν εντός του λεκανοπεδίου τα τελευταία χρόνια δεν έγινε απλά και μόνο επειδή βελτιώθηκε η ποιότητα των συγκοινωνιών, αυτό άλλωστε συνέβη πριν το 2004 με το «μεγάλο πάρτυ» των Ολυμπιακών Αγώνων που ακόμα πληρώνουμε. Έγινε γιατί πολύς κόσμος απλά δεν μπορούσε να συντηρήσει ιδιωτικό όχημα. Τα ΜΜΜ είναι λοιπόν ο βασικός και για πολλούς από εμάς ο μοναδικός τρόπος να μετακινούμαστε και άρα να συμμετέχουμε στην κοινωνική ζωή της πόλης. Είναι ο μοναδικός τρόπος για να πάμε στην σχολή μας, στην δουλειά μας. Είναι ο μοναδικός τρόπος για να έχουμε πρόσβαση στην διασκέδαση, στον πολιτισμό και γενικά ο μοναδικός τρόπος για να κάνουμε οτιδήποτε θέλουμε σε απόσταση άνω του ενός χιλιομέτρου από το σημείο κατοικίας μας.

Σε κάθε περίπτωση λοιπόν, η πλήρης θωράκιση του συστήματος ελέγχου που επιχειρείται να γίνει έχει τα εξής πολύ σκληρά αποτελέσματα. Για τα άκρως φτωχοποιημένα και περιθωριοποιημένα στρώματα σημαίνει απλά την καταδίκη τους σε έναν αργό θάνατο, ένα ακόμα σπρώξιμο προς το κοινωνικό περιθώριο. Για πολλούς άλλους σημαίνει ότι θα πρέπει να κόψουν περαιτέρω τις όποιες «παραπανίσιες» δαπάνες έχουν. Άμα σου περισεύουν λοιπόν 20 και 30 ευρώ ατύχησες. Σύμφωνα με τους σχεδιαστές του νέου συστήματος, δεν θα βγεις μια βόλτα με τους φίλους σου, δεν θα πας στο θέατρο, δεν θα πας στην συναυλία ή όπου τέλος πάντων σου αρέσει να περνάς τον ελεύθερο χρόνο σου.

Πέρα όμως από το παραπάνω σκέλος υπάρχει και ένα ακόμα ζήτημα. Η νέα κάρτα ηλεκτρονικού εισητηρίου θα χαρτογραφεί όλες τις κινήσεις μας εντός της πόλης. Μια ηλεκτρονική κάρτα η οποία θα έχει τα πλήρη στοιχεία μας και κάθε φορά που θα μπαίνουμε και θα βγαίνουμε από τα ΜΜΜ θα ενημερώνεται μια βάση δεδομένων στην οποία κανείς δεν ξέρει ποιος ακριβώς θα έχει πρόσβαση. Μας λένε ότι αυτό θα γίνει για να είναι πιο δίκαιο το κόστος μεταφοράς για μικρές αποστάσεις, δεν μας λένε όμως ότι τις μετακινήσεις μας θα μπορεί να τις μαθαίνει επί της ουσίας οποιαδήποτε κρατική αλλά και μη υπηρεσία, καθώς δεν είναι λίγα τα παραδείγματα όπου υπάρχουν «διαρροές» πληροφοριών από δημόσιους φορείς.

Παράλληλα, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι η διασφάλιση και η ''αποστείρωση'' των μέσων σταθερής τροχιάς, αποτελεί συν τοις άλλοις και μια προϋπόθεση και πιθανότατα μια προετοιμασία για την πλήρη ιδιωτικοποίησή τους και αυτή τη στιγμή που η διεθνής αλλά και εγχώρια εμπειρία δείχνει πως όσα ΜΜΜ ιδιωτικοποιήθηκαν κατέστησαν ακριβότερα και λιγότερο ασφαλή.

Για μας η κουβέντα σε σχέση με τα μέσα μεταφοράς έχει μεγάλη σημασία. Σε καμία περίπτωση δεν πιστεύουμε ότι το υπάρχον σύστημα είναι αυτό που θέλουμε και υπερασπιζόμαστε, καθώς αντιλαμβανόμαστε την ελεύθερη μετακίνηση των πολιτών ως δικαίωμα και είναι ανεπίτρεπτο να μπαίνουν οικονομικοί φραγμοί σε αυτό. Όπως ανεπίτρεπτο είναι να δημιουργηθεί ένα σύγχρονο big brother όπου μια πολυεθνική επιχείρηση θα μπορεί να μαθαίνει στοιχεία για την μετακίνηση και κατ επέκταση την προσωπική ζωή των εργαζομένων της λόγου χάρη. Η αλλαγή αυτή είναι σε βάρος όλων εμάς που χρησιμοποιούμε καθημερινά τα ΜΜΜ οπότε είναι και δική μας ευθύνη να κινητοποιηθούμε και να την μπλοκάρουμε στην πράξη.

Τα τελευταία χρόνια η επίθεση που έχουν δεχτεί οι εργαζόμενοι και η νεολαία σε όλες τις πτυχές της ζωής τους είναι συντριπτική και είναι καθήκον μας να βάλουμε επιτέλους φραγμό σε αυτήν. Για να ζήσουμε καλύτερα πρέπει καταρχήν να μην αφήσουμε ούτε ένα μέτρο ακόμη να περάσει!


η συνέχεια εδώ...

Υπουργείο Ανεπάρκειας, Άγνοιας και Ανευθυνότητας

Εδώ και καιρό, από τα πορίσματα της επιτροπής εθνικού διαλόγου για την Παιδεία, από τοποθετήσεις του ίδιου του υπουργού Παιδείας και διάφορων εμπνευστών αντιεκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων, γνωρίζουμε ότι το Υπουργείο Παιδείας, πρόκειται να προχωρήσει στην απόσπαση από τα πτυχία μας, του -μοναδικού μας- επαγγελματικού δικαιώματος, της παιδαγωγικής και διδακτικής επάρκειας.
Για αυτόν το λόγο, μετά από πρόταση μας και απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου, ο Φοιτητικός Σύλλογος Φιλοσοφικής, στήριξε την πανελλαδική κινητοποίηση, που πραγματοποιήθηκε από πολλούς φοιτητικούς συλλόγους της Αθήνας και της Πάτρας στο Υπουργείο Παιδείας στις 30 Μαρτίου, για την προάσπιση της κατοχύρωσης επαγγελματικών δικαιωμάτων από τα ίδια τα πτυχία των σχολών και όχι από μεταπτυχιακά και επιπλέον εξειδικεύσεις.

Εκεί, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με ένα γνωστό πλέον σκηνικό. Οι πόρτες του Υπουργείου κλειστές και οι πολιτικοί υπεύθυνοί του απώντες, καθώς “δεν γνώριζαν για την κινητοποίηση των φοιτητών”.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε, ότι την προηγούμενη φορά που βρεθήκαμε στο υπουργείο παιδείας, ενώ κανένα στέλεχος του υπουργείου “δεν το γνώριζε” για να παρεβρεθεί παρά μόνο απλοί υπάλληλοι, τα ΜΑΤ βρίσκονταν εκεί από νωρίς.
Αυτή τη φορά, απαιτήσαμε την είσοδό μας στο Υπουργείο και την παρουσία του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου, που επί ώρες καθυστερούσε και δεν ήρθε από το Μαξίμου, παρά μόνο όταν το γραφείο του κατελήφθη, ώσπου να έρθει για να μας ακούσει.

Απέναντι στις αποφάσεις των φοιτητικών συλλόγων και τις διεκδικήσεις που μεταφέρθηκαν, ο Γ. Παντής
απηύθηνε μισόλογα, έριξε ευθύνες οπουδήποτε αλλού και προσπάθησε να μην απαντήσει για το ποιές είναι οι προθέσεις του Υπουργείου για το ζήτημα της διδακτικής επάρκειας.
Ωστόσο, το μήνυμα ελήφθη. Η μη ρητή άρνηση οποιασδήποτε πρόθεσης να αποσπαστεί το επαγγελματικό δικαίωμα στη διδασκαλία και να μεταφερθεί σε μεταπτυχιακό, με υπεκφυγές του τύπου “το υπουργείο δεν έχει γνώμη” (sic!), δε μας καλύπτει. Δε μας καλύπτει, τη στιγμή που ο ίδιος ο Υπουργός Κ. Γαβρόγλου, έχει κάνει επανειλλημένα λόγο για το ζήτημα και έχει υπάρξει εκείνος που εισηγήθηκε την απόσπαση της διδακτικής επάρκειας στην επιτροπή εθνικού διαλόγου.

Η πρόθεση του Υπουργείου να αποσπάσει τη διδακτική επάρκεια από τα πτυχία μας, δεν είναι άσχετη με την κατάσταση στο δημόσιο σχολείο και τις εργασιακές συνθήκες στον κλάδο μας γενικότερα.

Τη στιγμή που μόνιμοι διορισμοί στο δημόσιο σχολείο, έχουν να γίνουν 8 χρόνια, η κυβέρνηση πέρασε σε άσχετο νομοσχέδιο, άλλου Υπουργείου, μια τροπολογία που ορίζει ότι μέχρι και το 2019, δεν πρόκειται να γίνει κανένας μόνιμος διορισμός. Κάπως έτσι πάνε περίπατο οι εξαγγελίες του Υπ. Παιδείας για 20.000 διορισμούς, που θα κάλυπταν κάποια από τα αμέτρητα οργανικά κενά στα σχολεία της χώρας, πράγμα για το οποίο ο Γ. Παντής δεν είχε να πει τίποτα, παρά μόνο να κάνει κακό χιούμορ.
Ταυτόχρονα, η υπάρχουσα κατάσταση στον κλάδο μας γίνεται ασφυκτική. Σε φροντιστήρια και ιδιωτικά σχολεία, οι εργασιακές συνθήκες χειροτερεύουν διαρκώς, πόσο μάλλον με το πέρασμα του εργασιακού νόμου που προετοιμάζει η κυβέρνηση. Η ευθύνη του Υπ. Παιδείας και της Κυβέρνησης για αυτήν την κατάσταση, δεν μπορεί να φορτωθεί στις πλάτες μας, σε μια υποτιθέμενη “ανεπάρκεια” των πτυχίων μας.

Η κινητοποίηση αυτή αποτέλεσε μια αρχή στην κεντρική αντιπαράθεση των φοιτητικών συλλόγων με το Υπουργείο Παιδείας: Το Υπουργείο αναγκάστηκε να μας φανερώσει (και δια των σιωπών του) τις προθέσεις του. Εμείς πάλι, καθόλου σιωπηρά ή αβέβαια, ξεκαθαρίσαμε στα στελέχη του Υπουργείου τις δικές μας, όπως έκαναν λίγες μέρες μετά και οι καθηγητές, διορισμένοι και αδιόριστοι, οι εκπαιδευτικοί της Ειδικής Αγωγής και της πρωτοβάθμιας. Κάπως έτσι, τόσο ως φοιτητές, που ενιαιοποιούνται απέναντι στην αποστέρηση του εργασιακού τους μέλλοντος, όσο και μαζί με τον επαγγελματικό μας κλάδο, μπορούμε να αντιταχθούμε στην πολιτική του Υπουργείου, τόσο για τη δική μας επαγγελματική και εργασιακή προοπτική και αξιοπρέπεια, όσο και για ένα πραγματικά λειτουργικό, δημόσιο και δωρεάν σχολείο!

η συνέχεια εδώ...

Όταν Υπουργείο Παιδείας και ακαδημαϊκή ελίτ τα φορτώνουν στον κόκορα..... - δηλαδή σε εμάς!

Αυτό που πρέπει σήμερα να απασχολήσει κάθε φοιτητή της Φιλοσοφικής είναι η πολύ επικίνδυνη φιλολογία που αναπτύσσεται γύρω από την ανικανότητα μας να διδάξουμε και την αναγκαιότητα να αποκοπεί το επαγγελματικό δικαίωμα στη διδασκαλία από το πτυχίο μας για να μεταφερθεί αυστηρά σε ειδικό μεταπτυχιακό κύκλο σπουδών. Αυτή τη φιλολογία την αναπτύσσει με συνέπεια το Υπουργείο παιδείας, αλλά και με το ‘’κύρος’’ της η ελίτ των καθηγητών μας, που χύνουν μπόλικο μελάνι και επιμένουν να μονολογούν για το πόσο απαίδευτοι είναι οι τωρινοί εκπαιδευτικοί, λόγω έλλειψης παιδαγωγικής ειδίκευσης.

Ως συνέχειά της πρέπει σχεδόν αναμφίβολα να περιμένουμε στο επικείμενο νομοσχέδιο για την Παιδεία να οριστεί όντως το μεταπτυχιακό στη διδακτική και μία διετή περίοδος άσκησης (πόσοι άραγε θα φτάσουν ως εκεί;), ως απαραίτητη προϋπόθεση κατοχύρωσης του δικαιώματος στη διδασκαλία, όπως ακριβώς περιγράφουν και τα πορίσματα της “επιτροπή εθνικού διαλόγου” που θα “αξιοποιήσει” το υπουργείο.

Μετά τον Α. Λιάκο και τον ίδιο τον υπουργό Κ. Γαβρόγλου, τα τελευταία κρούσματα υπεράσπισης της ανικανότητας μας να διδάξουμε με το πτυχίο μας ως έχει, ακούν στο όνομα Δημήτρης Χασάπης, καθηγητής, αλλά και πρώην γενικός γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας και Γεώργιος Μπαμπινιώτης, πρώην πρύτανης και υπουργός παιδείας, με δηλώσεις που μας προξένησαν μια σειρά από απορίες.

Αν “οι εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παρήχθησαν από τη φυσικομαθηματική σχολή, από τη φιλοσοφική σχολή, δεν παρήχθησαν ως εκπαιδευτικοί”, όπως δηλώνει ο Δ.Χασάπης, ως τι παρήχθησαν; Ποια είναι δηλαδή εκείνη η επαγγελματική προοπτική που προτείνεται ώστε να μην εννοείται εμμέσως ότι το πτυχίο μας δεν είναι πια τίποτε άλλο πέραν από έναν σταθμό στο μακρύ τρένο της συνεχούς κατάρτισης μας, που περιπλανιέται από στάση σε στάση στην χώρα της ανεργίας; Υπάρχει κάποια πραγματική επαγγελματική προοπτική με το να θεωρούμαστε γενικώς και αορίστως γνώστες ενός αντικειμένου, όπως προτείνουν;

Συμπληρώνει ο κος Μπαμπινιώτης: "ο άνθρωπος που βγαίνει από κάποια τμήματα, ανέτοιμος και με τις γνώσεις που είχε στο λύκειο, μπαίνει στις τάξεις για να διδάξει".

Αν αυτές οι δηλώσεις γίνονται από πανεπιστημιακούς δασκάλους εγείρεται το ερώτημα:
  • οι ίδιοι πως τα κατάφεραν και δίδαξαν χωρίς πιστοποιητικό παιδαγωγικής επάρκειας;
Αν η ανησυχία τους υπήρξε ποτέ ειλικρινής, πώς από θέσεις ευθύνης (ειδικά για τον Γ. Μπαμπινιώτη στη Φιλοσοφική), δεν έλυσαν το “πρόβλημα” που αναγνώριζαν;

Εμείς υποθέτουμε πως μάλλον η “ανησυχία” τους δεν είναι και τόσο ειλικρινής. Όλες αυτές οι δηλώσεις, από καθηγητές που λυμαίνονται την θέση τους στην πανεπιστημιακή κοινότητα για λογαριασμό των μνημονιακών κομμάτων, δεν γίνονται με αγνό ενδιαφέρον για την ποιότητα της δημόσιας παιδείας.

Οι εκπαιδευτικοί έχουν βρεθεί στο στόχαστρο μιας συντονισμένης επίθεσης που διεξάγεται τα τελευταία πολλά χρόνια στην δημόσια δωρεάν εκπαίδευση, η οποία ακολουθεί πιστά το σχήμα του νεοφιλελεύθερου μοντέλου για όλα τα κομμάτια του κοινωνικού κράτους. Το πρόβλημα για τη δημόσια εκπαίδευση είναι ότι υφίσταται ότι έχει γίνει και με την δημόσια υγεία, το ρεύμα το νερό, τα Μέσα Μαζικής μεταφοράς: υποβάθμιση, περικοπές ρητορεία περί εξ-ευρωπαϊσμού, ξεπούλημα. Πως αλλιώς εξηγούνται οι απολύσεις, το κλείσιμο τόσων σχολείων και τα ελλειπή αναλυτικά προγράμματα άλλων σχολείων;

Το πρόβλημα των ελληνικών σχολείων δεν είναι ούτε ότι είναι δημόσια, ούτε οι μαθητές, ούτε οι εκπαιδευτικοί νυν και μέλλοντες. Το πρόβλημα είναι οι μνημονιακές πολιτικές για την εκπαίδευση. Η υποχρηματοδότηση, οι απολύσεις, οι περικοπές. Τα τεράστια ζητήματα που συντηρούν και θα συντηρούν την παραπαιδεία. Το πρόβλημα είναι η μνημονιακή πραγματικότητα που όντως παράγει νέους ανθρώπους χαμηλών προσδοκιών. Η μνημονιακή πραγματικότητα που κάνει τις Πανελλήνιες έναν αβάσταχτο οικονομικό και ψυχολογικό βραχνά σε χιλιάδες οικογένειες.

Η απάντηση μας αντλεί τη δύναμη την έμπρακτη απόδειξη των συλλογικών νικών του εκπαιδευτικού κινήματος που καθιστούν την εκπαίδευση το πεδίο εκείνο στο οποίο η επέλαση του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα έχει μετρήσει ως τώρα τα λιγότερα βήματα. Τα τελευταία χρόνια γίναν ωστόσο πολλά και δε θα επιτρέψουμε κι άλλα.

Δε θα φορτώσουν την ευθύνη τους για την συνεχιζόμενη υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου στην υποτιθέμενη “ανεπάρκειά” μας. Το σχολείο απαιτεί μαζικές, μόνιμες προσλήψεις καθηγητών, από αυτές που έχουν να γίνουν 8 χρόνια τώρα!

Δεν σπουδάζουμε για να μείνουμε άνεργοι “με πτυχίο”!



η συνέχεια εδώ...